-
1 συνυφαίνω
Aσυνύφαγκα D.H.Comp.18
, Ruf.Anat.9:— weave together, of the spider, Arist.HA 623a11; ἡ τῶν χιτώνων τῶν τὸν ὀφθαλμὸν συνυφαγκότων πλοκή Ruf.l.c.:—[voice] Med., :—[voice] Pass., of the horns of certain oxen, to be entangled, Arist.Fr. 363.2 metaph., weave together, frame with art,ἵνα τοι σὺν μῆτιν ὑφήνω Od.13.303
; ἡ πάντα συνυφαίνουσα [πολιτική] which weaves all into one web, Pl.Plt. 305e;σ. τὸν λόγον Arist.Rh.Al. 1439a31
; [ τοὺς ῥυθμούς] D.H. l.c.;ὑπόμνημά τι Luc.Hist.Conscr.48
;ἐκέρασε τᾷ πολυτεκνίᾳ τοὺς.. οἴκους εἰς τὸ αὐτὸ συνυφήνας IG42(1).86.15
(Epid., i A.D.):—[voice] Pass., ὥστε ταῦτα συνυφανθῆναι so that this web was woven, i.e. this business contrived, Hdt.5.105; of the parts of a sentence, D.H.Comp.23; θύννοι ἀλλήλοις συνυφασμένοι quite close together, Ael.NA15.3.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συνυφαίνω
-
2 προκατασκευή
προκατασκευ-ή, ἡ,A preparatory training,περὶ τοὺς ῥυθμούς Plb.9.20.7
; preparation, στρατηγήματος v.l. in J.BJ2.21.3.2 preface, introduction, Plb.1.3.10, 1.13.7, etc.3 Rhet., preliminary expose of the main points in an argument, Hermog.Inv.3.1, al.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προκατασκευή
-
3 ἐφαρμόζω
I intr., fit on or to,πειρήθη δ' ἕο αὐτοῦ ἐν ἔντεσι.. εἰ οἷ ἐφαρμόσσειε Il.19.385
(unless trans.).2 to be adapted or capable of adaptation to, τινι Arist.APo. 88a33, Pol. 1276b25, al.; , al.; ἐπί τι ib. 228b25, al.;ὁ.. μάλιστ' ἂν ἐφαρμόσας πολίτης ἐπὶ πάντας τοὺς.. πολίτας Id.Pol. 1275a33
: abs., ὁ λόγος οὐκ ἐ. Id.Cael. 308b2, etc.; tally, Id.Resp. 474a10: Geom., coincide,ἐπί τι Euc. 1.4
, Archim.Con.Sph.18: c. dat., ibid., Papp.244.9:—[voice] Pass., c. dat., Plot.4.4.23.II trans., fit one thing on to another,οἱ χροῒ κόσμον Hes.Op.76
;τοὔνομ'.. ἐλεγείῳ Critias 4
D.; σχοίνῳ [ τοὺς ἀνθέρικας] Theoc.1.53:—[voice] Med.,ζεῦγλαν ἐφηρμόσατο AP9.19
(Arch.).b Geom., in [voice] Pass., of a figure, to be applied to another figure,ἐπί τι Euc.1.4
, Archim.Aequil.Prooem.;γραμμὴ γραμμῇ Plot.2.7.1
.2 suit, accommodate,τὰς δαπάνας ταῖς προσόδοις X.Ages.8.8
;τοὺς λόγους τοῖς προσώποις D.H.Lys.13
; λόγῳ μέλη καὶ μέτρα καὶ ῥυθμούς, Plu.2.769c, cf. Orph.A. 1001; apply, ; refer,τι ἔς τινα Luc.Pisc.38
; λόγων τε πίστιν.. ἐφαρμόσαι to add fitting assurance, S.Tr. 623:—[voice] Med., (Agath.), cf. 10.26 (Luc.):—[voice] Pass., adapt oneself to, τινι Epic. ap. Clearch.47, cf. Antig.Mir.25.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐφαρμόζω
-
4 ὑποτίθημι
A place under,ὑπὸ κύκλα ἑκάστῳ πυθμένι θῆκεν Il.18.375
; τὰ φρύγαν' ὑ. puts the firewood under, Telecl.40; θεοῦ βάσεις ὑποτιθέντος putting legs or feet under them, Pl.Ti. 92a, cf. Arist.PA 686a34;σιδηρᾶς κανονίδας ὑ. Ph.Bel.57.11
, cf. 60.31, al.;ὑπὸ ποταμοὺς πολλοὺς.. πόλιν ὑ. Pl.Lg. 682c
;κύλικα ὑπὸ τὴν κλίνην IG12(5).593.21
(Iulis, v B. C.); ὀχετὸν ἐκποιήσαντι καὶ ὑποθέντι ib. 12.373.66;[φοίνικας] ὑ. X.Cyr.7.5.12
;ἀλεκτορίδι ὑ. τὰ ᾠά Arist.HA 564b3
; ἑαυτὴν [ τῷ ἄρρενι] ib. 540a11;ὑ. <τι> ὑπὸ τὸν ὀφθαλμόν Id.Pr. 874a9
; of a prancing horse,ὑ. τὰ ὀπίσθια σκέλη ὑπὸ τὰ ἐμπρόσθια X.Eq. 11.2
; τὰ ὄπισθεν σκέλη διὰ πολλοῦ ὑ. bring up his hind legs far apart from one another, ib.1.14;κατακλίνεται [ὁ λαγὼς] ὑποθεὶς τὰ ὑποκώλια ὑπὸ τὰς λαγόνας Id.Cyn.5.10
: metaph.,ὑποχειρίους τοῖς ἐχθροῖς ὑ. τὰς αὑτῶν πατρίδας Pl.Plt. 308a
; ἔστε ὑπέθηκε Ἀΐδᾳ until he handed him over to Hades, of a hound attacking a boar, PCair.Zen.532.11 (iii B. C.):—[voice] Med., place under one's feet, τι X.Cyr.8.1.41;τοὺς μηροὺς ὑφ' αὑτά Arist.IA 713a23
.b subjoin, enclose, append a document, (iii B. C.), cf. Sammelb.5675.2 (ii B. C.), etc.: so in [voice] Med., PLond.3.921.10 (ii/iii A. D.).II set before one, offer, suggest,τὴν ἐν φίλοις δικαιοτάτην ὑπόθεσιν ἔχω ὑποτιθέναι X.Cyr.5.5.13
; hold out hope,ὑποτιθεῖς τίν' ἐλπίδα; E.Or. 1186
, cf. X.HG4.8.28, D.23.58, Plu.2.256a, Lys. 23, Aristid.1.379 J.; ;ἡ εὐπραγία ὑ. ἰσχὺν τῆς ἐλπίδος Id.4.65
; ὑπέθηκας ὀρθῶς τοὺς λόγους, i. e. you have given good advice, E.IA 507; τὸν ὑποθέντα τὰς τέχνας γυναιξὶ τόνδε he who proposed these tricks to the women, Id.Ba. 675:—earlier in [voice] Med., suggest, ; , cf. Il.11.788;δόλον ὑπεθήκατο Hes.Th. 175
;ἄλλα μὲν αὐτὸς ἐνὶ φρεσὶ σῇσι νοήσεις, ἄλλα δὲ καὶ δαίμων ὑποθήσεται Od.3.27
;Κροῖσος ταῦτά οἱ ὑπετίθετο Hdt. 1.156
, cf. 3.36;ἔπεμψέ με σωτηρίην ὑποθησόμενον ὑμῖν, ἤν περ βούλησθε πείθεσθαι Id.5.98
, cf. 7.237; : c. dat. pers. only, advise, counsel, admonish one, Od.2.194, 5.143, Ar.Av. 1362, Lys. 522 (anap.), Pl.Chrm. 155d: with an Adv.,ἀλλά μοι εὖ ὑπόθευ Od. 15.310
, cf. Hdt.1.90;αὐτάρ τοι πυκινῶς ὑποθησόμεθ', αἴ κε πίθηαι Il. 21.293
.2 [voice] Med., in stronger sense, enjoin, ; of a doctor, Pl.Plt. 295c; of Nestor, Id.Hp.Ma.286b; [Μέττιος Ῥοῦφος] τῷ στρατηγῷ περὶ τούτου ὑπέθετο POxy. 237 vi 40
(ii A. D.); gloss on ἐπιστέλλει, Sch.S.OT 106; of Pythagoras,τὴν εἰς τὸ σπονδειακὸν μεταβολὴν ὑπέθετο τῷ αὐλητῇ Iamb.VP25.112
; (ii A. D.); δύο σκοποὺς ὑποθέσθαι τῆς φλεβοτομίας prescribe two conditions of (successful) venesection, Gal.15.765.3 [voice] Med., instruct, demonstrate, ; δεῖ ὑποθέσθαι τί λέγομεν τὸ βαρύ as a preliminary we must explain, Id.Cael. 269b20;ὑ. ὡς χρὴ μάχεσθαι Philostr.Her.10.5
;Φινεὺς.. τοῖς Ἀργοναύταις.. περὶ τῶν συμπληγάδων ὑπέθετο πετρῶν Apollod.1.9.22
;ὁ ὑποθέμενος αὐτῷ τὴν ἀνάγνωσιν Arr.Epict.1.26.13
, cf. 2.2.21;παλαισμάτων εἴδη ὁπόσα ἐστί, δηλώσει ὁ παιδοτρίβης, καιρούς τε ὑποθέμενος κτλ. Philostr.Gym.14
: c. acc. et inf.,ὑ. τῷ ἐπιεικεῖ παιδὶ ῥᾴδιον πεφυκέναι κτλ. Iamb.VP10.51
.III [voice] Med., propose to oneself as a task,πολεμιστήριον [ἵππον] ὑπεθέμεθα ὠνεῖσθαι X.Eq.3.7
;δεῖ ὑποτίθεσθαι κατ' εὐχήν, μηδὲν μέντοι ἀδύνατον Arist. Pol. 1265a17
; make up one's mind, adopt as a policy, ;τοῦθ' ὑπέθετο, δεινότατον πρᾶγμα, οἶμαι, ὅπως ἐν ἐκείνῳ εἴη.. φάναι And.1.39
;ἕνα τοῦτον ὑποθέμενος τὸν σκοπόν, ἅπαντας ἡμᾶς ἀγορεύειν κακῶς Luc.Pisc.7
;πρὶν τὴν ἀρχὴν ὀρθῶς ὑποθέσθαι, μάταιον ἡγοῦμαι περὶ τῆς τελευτῆς ὁντινοῦν ποιεῖσθαι λόγον D.3.2
:—[voice] Pass.,ὁ ὑποτεθεὶς σκοπός Arist.EN 1144a24
.2 propose to oneself as a subject of discussion or argument,ἀπ' ἐμαυτοῦ ἄρξωμαι καὶ τῆς ἐμαυτοῦ ὑποθέσεως, περὶ τοῦ ἑνὸς αὐτοῦ ὑποθέμενος, εἴτε ἕν ἐστιν εἴτε μή [ἕν], τί χρὴ συμβαίνειν; Pl.Prm. 137b
, cf. Ti. 26a;ἵνα μὴ δοκῶ περὶ τὰ μέρη διατρίβειν, ὑπὲρ ὅλων τῶν πραγμάτων ὑποθέμενος Isoc. 4.51
, cf. 12.119;ὥσπερ ὑπεθέμην Thphr.Char.Prooem.5
;περὶ ἀέρος εἰπόντες, ὥσπερ ὑπεθέμεθα Arist.Mete. 340a23
, cf. Rh. 1432b5, Aeschin. 1.37, 2.102;ὑποθησόμεθα ταύτης ἀρχὴν τῆς βύβλου τὴν πρώτην διάβασιν ἐξ Ἰταλίας Ῥωμαίων Plb.1.5.1
:—[voice] Pass.,οἱ ὑποτεθέντες λόγοι Pl. Lg. 812a
.IV [voice] Med., assume as a preliminary,ταύτην μὲν δὴ πυρὸς ἀρχὴν καὶ τῶν ἄλλων σωμάτων ὑποτιθέμεθα Id.Ti. 53d
;ὑποθέμενος ἑκάστοτε λόγον.., ἃ μὲν ἄν μοι δοκῇ τούτῳ συμφωνεῖν, τίθημι ὡς ἀληθῆ ὄντα Id.Phd. 100a
;οἱ περὶ τὰς γεωμετρίας.. ὑποθέμενοι.. τὰ σχήματα,.. ποιησάμενοι ὑποθέσεις αὐτά Id.R. 510c
; ;ὃ ἐξ ἀρχῆς ὑπετιθέμεθα Id.Chrm. 171d
;ἐὰν ὡς ὂν ὑποθῇ ὃ ὑπετίθεσο Id.Prm. 136c
; ὑ. περί τινος ὡς ὄντος ib. 136b, cf. 137b, Plt. 284c;ὑ. ὡς τούτου οὕτως ἔχοντος Id.R. 437a
: c. acc. et inf., assume or suppose that.., Id.Phd. 100b, Prt. 339d: without inf., [ τὴν ἀρετὴν] διδακτὸν ὑ. assume it to be teachable, ib. 361b;τἀναντία οἷς ὑπεθέμην Id.Tht. 165d
; ὥσπερ ὑπέθου as you began by requiring, Id.R. 346b (referring to 336d):—[voice] Pass., esp. in [tense] aor. ὑπετέθην (cf.ὑπόκειμαι 11.2
), Id.Ti. 48e, 61d;τὰ ὑποτεθέντα Id.Prm. 136b
; τῶν καλῶν τι ἡ σωφροσύνη ὑπετέθη was assumed to be.., Id.Chrm. 160d (referring to 159c);τοῦτο δ' ἀδύνατον, ὥστε ψεῦδος τὸ ὑποτεθέν Arist.APr. 61a31
; εἰ τοῦτό τις ὑποτεθείη γινώσκειν if it were assumed that one knew this, Phld.Rh.2.17S.2 later, assume, suppose, estimate,παρέσομαι πρὸς ὑμᾶς, ὡς ὑποτίθεμαι, τῇ ιζ PCair.Zen.247.4
(iii B. C.); ὑποτιθεμένου τοῦ ποδὸς δραχμῆς the foot being reckoned at one drachma, Supp.Epigr.4.446.14 (Didyma, iii/ii B. C.), cf. PCair.Zen. 15r.34 (iii B. C.); τὸν χιλιάρουρον (sc. ἀμπελῶνα) ὑποτιθέμεθα ἐπὶ τὸ ἔλαττον we assess at the reduced sum, ib.361.9 (iii B. C.); νεώτερον αὐτὸν ὑ. put him down as younger, D.H.4.6; ταῦτα τὸν Ὅμηρον ὡς συστρατιώτην ἔφη εἰρηκέναι καὶ οὐχ ὡς ὑποτιθέμενον not as a composer of fiction, Philostr.Her.4.4.V [voice] Act., establish as a preliminary, premise, ταῦθ' ὑποθεὶς ἐπεῖπεν ὡς .. Aeschin.2.157; τοῦθ' ὑποθέντες ἀκούετε τῇ γνώμῃ, τί ἄν, εἴ τις ἔπασχε ταῦθ' ὑμῶν, ἐποίει after deciding in your own minds, D.21.108;ῥυθμοὺς καὶ σχῆμα ἐλευθέριον ὑποθεῖσαι μέλος ἢ λόγον ἐναντίον ἀποδοῦναι Pl.Lg. 669c
.2 represent as ὑποκείμενον (v.ὑπόκειμαι 11.8
),εἰ μή τις ἑτέραν ὑποθήσει τοῖς ἐναντίοις φύσιν Arist.Ph. 189a28
; [ἀρχὴν] ἄν τε μίαν ἄν τε πλείους Id.Metaph. 988a24
.VII put down as a deposit or stake, pawn, pledge, mortgage,τοῦτο τὸ ἐνέχυρον Hdt.2.136
; τὴν οἰκίαν, τὴν οὐσίαν, Isoc.21.2, D.28.17, 49.12; ὑπέθεσαν αὐτῷ τοῦ ταλάντου τὰς προσόδους mortgaged their revenues for the talent, Aeschin.3.104;τῷ πατρὶ τἀνδράποδα D.27.25
;δραχμὴν ὑπόθες Diph.73.2
;ὑποθέμενοι χρυσίον IG12.313.177
; τὴν οἰκίαν πωλοῦντα καὶ ὑποτιθέντα selling and mortgaging, i.e. having full ownership of, the house, PCair.Zen.588.1, cf. 9 (iii B. C.), PRyl.162.28 (ii A. D.); cf.ὑποθήκη 11
:—[voice] Med., of the mortgagee, lend money on pledge, D.28.18;ὑποθέσθαι τὰ σκεύη τῆς νεώς Id.50.55
:— but the [voice] Med. is used for the [voice] Act. in later writers, Plu.Cat.Mi.6:— for the [voice] Pass., ὑπόκειμαι is used, except in [tense] aor. 1, πόρους (revenues) ὑποκεῖσθαι αὐτοῖς τούς τε ὑποτεθέντας εἰς τὸ βουλευτήριον .. OGI46.10 (Halic., iii B. C.), cf. AJP56.375 (Colophon, iv B. C., [voice] Med. and [voice] Pass.); cf. τίθημι.2 stake, hazard, venture, ; τὸν ἴδιον κίνδυνον ὑποθείς at his own risk, D.19.252; alsoἑαυτὸν ἔγγυον ὑποθείς Plu.Crass.7
;τὴν ψυχὴν ταῖς τύχαις Luc.Dem.Enc.41
;τὰ σὰ τοῖς ἐκτός Arr.Epict.2.2.12
; τὸν τράχηλον ib.4.1.77; ἑαυτὸν τῷ νόμῳ, i. e. risked the penalties of the law, Philostr.Gym.24;οὐδὲ αὑτοὺς ταύταις ὑποθήσομεν ταῖς αἰτίαις Jul.Or.3.112a
; νομίμοις ποιναῖς ὑποθεῖναι [ αὐτούς] PMasp.24.50 (vi A. D.); ἑαυτὸν [ ὀργῇ] Plu.Them.24;τοῖς κινδύνοις σφᾶς αὐτούς Aristid.1.467
J.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ὑποτίθημι
См. также в других словарях:
κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τέχνη (Αρχαιότητα) — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ Η απαρχή της αρχαίας ελληνικής τέχνης τοποθετείται συνήθως περί το 1100 π.Χ., μετά την κάθοδο των Δωριέων. Μετά την αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β’ και την ανάγνωση των πινακίδων των ανακτόρων της Πύλου, των Μυκηνών, των… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… … Dictionary of Greek
νεοκλασικισμός — Μεγάλη πολιτιστική κίνηση που διαδόθηκε ευρύτατα στην Ευρώπη στη δεύτερη πεντηκονταετία του 18ου και στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αι. Η αρχή του ανάγεται στο ενδιαφέρον για τις αρχαιολογικές σπουδές, που ανακινήθηκε μετά τις επιτυχείς ανασκαφές … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Αθλητισμός — Ο ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ Καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων Οι θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για την καταγωγή του αθλητισμού και των αγώνων είναι πολλές. Πολλά από τα αθλήματα, όπως το τρέξιμο, το ακόντιο και η… … Dictionary of Greek
Ισραήλ — I Επίσημη ονομασία: Κράτος του Ισραήλ Έκταση: 20.770 τ. χλμ. Πληθυσμός: 6.029.529 (2002) Πρωτεύουσα: Ιερουσαλήμ (622.091 κάτ. το 1997) *Σημ.: Η Ιερουσαλήμ ανακηρύχθηκε μονομερώς από το Ισραήλ πρωτεύουσα το 1982, στη θέση του Τελ Αβίβ, χωρίς όμως… … Dictionary of Greek
Μάλι — Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα ΒΑ με την Αλγερία, στα Α με τη Δημοκρατία του Νίγηρα, στα Δ με τη Μαυριτανία και τη Σενεγάλη και στα Ν με τη Γουινέα, την Ακτή του Ελεφαντοστού και την Μπουρκίνα Φάσο.Χώρα αποκλειστικά ηπειρωτική, χωρίς… … Dictionary of Greek
Ουγγαρία — Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Β με τη Σλοβακία, ΒΑ με την Ουκρανία, Α με τη Ρουμανία, Ν με τη Σερβία Μαυροβούνιο, την Κροατία και τη Σλοβενία και Δ με την Αυστρία.Τα σύνορα τους O. καθορίστηκαν με τη συνθήκη του Τριανόν (1920), μετά τον … Dictionary of Greek
Νεπάλ — Χώρα της νότιας Ασίας. Συνορεύει Β με την Κίνα και Α, Ν και Δ με την Ινδία.Tο Ν., που βρίσκεται ανάμεσα στα υψίπεδα του Θιβέτ και στην πεδιάδα του Γάγγη, εκτείνεται δίπλα στις μεσημβρινές πλαγιές των Iμαλαΐων, σε μια εδαφική έκταση σχεδόν… … Dictionary of Greek